Η οικονομία της Ελλάδας αναμένεται να συνεχίσει να αναπτύσσεται φέτος, αν και με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι είχε αρχικά εκτιμηθεί, χάρη στην ισχυρή τουριστική περίοδο που προβλέπεται για το φετινό καλοκαίρι και την επενδυτική δραστηριότητα, σε τομείς όπως τα ακίνητα, λένε οι ειδικοί.
Το υψηλό ενεργειακό κόστος και η αβεβαιότητα στο παγκόσμιο περιβάλλον που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία προκάλεσαν μείωση των προβλέψεων για την ανάπτυξη το 2022, αν και η επέκταση εξακολουθεί να εκτιμάται ότι θα φθάσει σε ετήσιο ρυθμό 3.8%, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση που συνέταξε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας.
Εάν οι δυσμενείς συνθήκες διαρκέσουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, το ποσοστό ανάπτυξης θα μπορούσε να φθάσει το 2.8% σύμφωνα με το αρνητικό σενάριο που εκπόνησε η τράπεζα.
Στη διατήρηση της θετικής πορείας της ελληνικής οικονομίας συμβάλλουν η άρση διαφόρων περιορισμών που σχετίζονται με την πανδημία, τόσο εγχώριων όσο και διεθνών, η έναρξη επενδυτικών σχεδίων στο πλαίσιο του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της ΕΕ, η αύξηση της απασχόλησης, οι συσσωρευμένες αποταμιεύσεις και η συνεχής αύξηση των εξαγωγών.
"Η ελληνική οικονομία επιδεικνύει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, ευελιξία και δυναμισμό, παρά την αβεβαιότητα που οφείλεται στα επαναλαμβανόμενα κύματα της πανδημίας, αλλά και στις νέες προκλήσεις που συνδέονται με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία", δήλωσε ο διοικητής κ. Στουρνάρας.
"Ο υψηλός ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ το 2021 και η προσδοκία συνέχισης της ανάπτυξης το 2022, μαζί με τις θετικές μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές, συνέβαλαν στην πρόσφατη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας σε μόλις μία βαθμίδα από την επενδυτική βαθμίδα", πρόσθεσε.
Βοηθητική για την οικονομία είναι η περιορισμένη άμεση έκθεση της Ελλάδας στην Ουκρανία και τη Ρωσία που ανέρχεται μόλις στο 2% του ΑΕΠ, αναφέρει ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody's σε πρόσφατη έκθεσή του. Η Ρωσία αντιπροσωπεύει μόνο το 2% των τουριστικών αφίξεων και των ταξιδιωτικών εισπράξεων της Ελλάδας, ενώ το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών προς τη Ρωσία και την Ουκρανία ανέρχεται μόνο στο 1%.
Αυτό αντικατοπτρίζεται στην πρόσφατη απόφαση της Standard & Poor's (S&P) να αναβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας κατά μία βαθμίδα, απομακρύνοντάς την ένα βήμα από την επενδυτική βαθμίδα.
Η S&P αύξησε την αξιολόγηση της Ελλάδας από "ΒΒ" σε "ΒΒ+", με θετική προοπτική, σημειώνοντας ότι η απόφαση για την αξιολόγηση "αντανακλά την προσδοκία μας για συνεχή βελτίωση της αποτελεσματικότητας της πολιτικής της Ελλάδας, ενώ οι επιπτώσεις από τον πόλεμο στην Ουκρανία φαίνονται διαχειρίσιμες υπό το πρίσμα των σημαντικών αποθεμάτων ασφαλείας τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα."
Τα ακίνητα παραμένουν ισχυρά
Μεταξύ των τομέων που παρουσιάζουν καλές επιδόσεις φέτος είναι ο τομέας των ακινήτων στην Ελλάδα. Το επενδυτικό κλίμα για κατοικίες από ξένους και ντόπιους αγοραστές παραμένει ισχυρό, διατηρώντας τη ζήτηση για κατοικίες προς πώληση στα ελληνικά νησιά και την ηπειρωτική χώρα.
"Η προώθηση νομοθετικών αλλαγών που απλοποιούν τις διαδικασίες μεταβιβάσεων, επενδύσεων και ανάπτυξης ακινήτων θα μπορούσε να παράσχει σημαντική στήριξη στην αγορά και να συμβάλει στη διατήρηση της τρέχουσας δυναμικής της", αναφέρεται στην έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος.
Οι πρόσφατες νομοθετικές αλλαγές περιλαμβάνουν την εισαγωγή περισσότερων ηλεκτρονικών υπηρεσιών που συμβάλλουν στη μείωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, την ανάπτυξη του Εθνικού Κτηματολογίου που προστατεύει καλύτερα τα δικαιώματα των ιδιοκτητών και τις μειώσεις του φόρου ιδιοκτησίας ΕΝΦΙΑ.
Ταυτόχρονα, ο τραπεζικός δανεισμός προς τους αγοραστές κατοικιών αυξάνεται και στηρίζει την αύξηση των τιμών των κατοικιών και των διαμερισμάτων.
Οι τιμές στην Ελλάδα ωστόσο παραμένουν αρκετά κάτω από τα επίπεδα που παρατηρούνται σε άλλες περιοχές της Ευρώπης, προσελκύοντας ξένους αγοραστές με το βλέμμα στραμμένο σε παραθαλάσσιες κατοικίες σε περιοχές, όπως η Κρήτη και η περιοχή του Ιονίου που περιλαμβάνει την Κέρκυρα, τη Ζάκυνθο, τη Λευκάδα και τα Σύβοτα στην ηπειρωτική χώρα.
Τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι οι ξένοι επενδυτές δαπάνησαν 1.17 δισ. ευρώ για την αγορά ελληνικής κατοικίας το 2021, παρουσιάζοντας αύξηση 34% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, καθώς η αγορά ανακάμπτει σε μεγάλο βαθμό τα προ της πανδημίας επίπεδα.